Ιούν 08, 2025 Κινηματογράφος 0
Η σπουδαία κυρία Χολ: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Η 70χρονη Λίλιαν Χολ είναι μία μητριαρχική φιγούρα στα θεατρικά σανίδια της Νέας Υόρκης. Για δεκαετίες, οι ερμηνείες της τής χάρισαν ένδοξες κριτικές, λάμψη, χρήματα και ένα ακλόνητο στάτους στην κορυφή της αριστοκρατίας του Μπρόντγουεϊ. Στην ταινία «Η σπουδαία κυρία Χολ», τη συναντάμε σε πρόβες για την νέα της παράσταση. Είναι έτοιμη να πρωταγωνιστήσει σε μία μοντέρνα διασκευή του «Βυσσινόκηπου», του Τσέχοφ, με σκηνοθέτη έναν σύγχρονο, εναλλακτικό, ανερχόμενο δημιουργό.
Για εκείνη είναι απλώς μία ακόμα πρόκληση, μία ακόμα σεζόν. Για εκείνον είναι ένα καλλιτεχνικό στοίχημα, αλλά και εμπορική εγγύηση: καλή η πειραματική διαφορετικότητα, αλλά ένα μεγάλο όνομα στη μαρκίζα γεμίζει τα θέατρα. «Είναι σαν το σεξ -να σκηνοθετεί κανείς μία μεγάλη πρωταγωνίστρια» τής λέει αμήχανα. «Πάντα σκέφτεσαι: ήμουν καλός; Ήμουν καλύτερος ή χειρότερος από τον προηγούμενο;»
Μόνο που τελευταία η Λίλιαν Χολ δεν είναι ο εαυτός της. Κάτι συμβαίνει. Ξεχνάει τις ατάκες της, χάνει τη σύνδεσή της με το κείμενο, τους ηθοποιούς, τη ροή της αφήγησης -τη ροή της μέρας, της ζωής της εντός και εκτός σκηνής. Θολώνει, ξεχνάει, βλέπει παραισθήσεις, παιδεύεται από βασανιστικές αϋπνίες. Μία μαγνητική αποκαλύπτει την αιτία: βρίσκεται στα πρώτα στάδια άνοιας. Πεισματάρα και τρομαγμένη, επιμένει ότι θα συνεχίσει με την παράσταση. Άλλωστε, τι άλλο μπορεί να κάνει; Τι άλλο της απομένει;
Όλα τα άλλα τα έχει θυσιάσει -η σχέση με την κόρη της διαταραγμένη, η ζωή στο ρετιρέ του Μανχάταν, μοναχική. Από τότε που πέθανε και ο άντρας της, η μόνη της παρέα είναι η πιστή της οικονόμος. Όμως η μάχη με ένα μυαλό που σε εγκαταλείπει είναι άνιση κι άδικη. Θα τα καταφέρει να παραμείνει σπουδαία μέχρι την τελευταία υπόκλιση;
Η ταινία του Michael Cristofer φαινομενικά είναι μια αφήγηση για την άνοια και την μάχη της επιβίωσης σε αυτό τον αγώνα. Αυτή, νομίζω, είναι η αφορμή να μιλήσει για την μάχη του ηθοποιού να επιβιώνει στο «σανίδι». Για να το πούμε καλύτερα, να φέρει σε πέρας την ηθοποιία και να δείξει ότι μπορεί να κάνει το καλύτερο. Ο ηθοποιός δεν παίζει μόνο για τον θεατή, πολύ περισσότερο παίζει για τον ίδιο τον εαυτό του. Κάθε έργο είναι μια πρόκληση, θα κάνει την υπέρβαση ή θα μείνει στάσιμος;
Ακολουθώντας αυτή την προβληματική βρίσκουμε την «Νύχτα πρεμιέρας», του Τζων Κασσαβέτη. Εκεί είχαμε κάτι ανάλογο. Η πρωταγωνίστρια ήθελε να κάνει την δική της υποκριτική και για αυτό έκανε την δική της παραλλαγή, αγνοώντας το κείμενο και τις σκηνοθετικές οδηγίες. Το θέμα ήταν αν θα έδινε αυτό που ήθελε, αν θα ήταν η μεγάλη ηθοποιός και αν θα άρεσε στο κοινό. Όλα αυτά δημιουργούν μια έντονη νεύρωση στον άνθρωπο που καταστρέφει σιγά σιγά τα σημεία του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνα για την αντίληψη και την κατανόηση της πραγματικότητας.
Στην ταινία του Κασσαβέτη έγινε η υπέρβαση και πέτυχε. Σε αυτή την ταινία πηγαίνουμε πιο πέρα. Αυτή η γυναίκα έχει να παλέψει με τον ίδιο τον εαυτό της. Την βλέπουμε να αγωνιά, να δέχεται την ασθένειά της, αλλά να μην τα βάζει κάτω. Την βοηθά η οικονόμος της που θα μείνει πιστή σε αυτή μέχρι το τέλος. Όλη η παράσταση είναι βασισμένη πάνω της, στο μεγάλο όνομα. Αυτό το γεγονός επιτείνει το υστερικό και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να υπηρετήσει την προσπάθειά της για μερική ίαση.
Η αφήγηση μας δείχνει όσα γίνονται από την μεριά ενός εξωτερικού παρατηρητή. Με αυτό τον τρόπο ο θεατής εμπλέκεται σε αυτή την υπόθεση και βάζει τον εαυτό του στην θέση αυτής της γυναίκας. Επιθυμεί να τα καταφέρει, να παίξει τον ρόλο και να εκπλήξει το κοινό, να εισπράξει το χειροκρότημα, στο τέλος. Ο σκηνοθέτης προωθεί με μικρά αφηγηματικά βήματα την υπόθεση, μας υπόσχεται ένα «καλό τέλος», αλλά αυτό δεν είναι τόσο εφικτό όσο ο φιλμικός χρόνος προχωρά. Ο θεατής είναι ανάμεσα στην αρνητική και στην θετική έκβαση, περισσότερο προς την πρώτη.
Στο τέλος έχουμε την πραγματική έκπληξη. Η Χολ χάνεται λίγο πριν την πρεμιέρα. Η οικονόμος της την βρίσκει και την φέρνει πίσω. Λίγο πριν να βγουν οι ηθοποιοί φτάνει και βγαίνει στην σκηνή πριν η αντικαταστάτριά της πάρει την θέση της. Παίζει, με την βοήθεια της οικονόμου της, και τα καταφέρνει. Μέχρι εδώ έχουμε κάτι παρόμοιο με την «Νύχτα πρεμιέρας». Ο σκηνοθέτης τολμά κάτι άλλο. Μια άλλη, παράλληλη, αφήγηση.
Κατά την διάρκεια της προσπάθειας της Χολ να τα καταφέρει, βλέπουμε, σε ασπρόμαυρο, μια σειρά από πλάνα που μιλούν για την Χολ, ακόμα και την ίδια που μιλά για τον εαυτό της. Είναι μια άλλη ταινία; Άγνωστο! Πολύ πιθανόν να είναι ένα ντοκιμαντέρ ή μια τηλεοπτική εκπομπή που μιλά για αυτή την σπουδαία ηθοποιό. Γιατί όμως να έγιναν αυτές οι λήψεις; Φαίνεται ότι είχαν γίνει πριν η ηθοποιός να αρρωστήσει. Στο τέλος όμως, η κόρη της αναφέρεται στο παρελθόν. Εδώ έχουμε ένα κομβικό σημείο.
Ίσως ήταν ένα αφιέρωμα που ετοίμαζαν όταν η Χολ ήταν «στα καλά της». Τώρα όμως φαίνεται ότι είτε δεν μπορεί πλέον να παίξει είτε δεν είναι στην ζωή. Είναι ένα γεγονός που δεν λέγεται. Αυτό το άρρητο δημιουργεί μια απόσταση από το πραγματολογικό, όπως αυτό εκφράζεται σε όλη την ταινία. Έρχεται να συναντήσει το φαντασιακό, την Χολ που μιλά με τον πεθαμένο άντρα της, που τον βλέπει να την καθοδηγεί, που τον φιλά με αγάπη. Έχουμε την παραγωγή του φαντασιακού αυτή την φορά από τον θεατή. Αυτός υποθέτει και θα πρέπει να βγάλει ένα συμπέρασμα.
Αυτή η διαδικασία, στον θεατή, γίνεται στο ασυνείδητό του. Στην απόκλιση από το πραγματολογικό παράγεται το συναίσθημα. Με αυτό τον τρόπο γίνονται δύο ενδιαφέροντα θέματα: Το πρώτο είναι η παραγωγή του συναισθήματος, της συγκίνησης, για αυτή την γυναίκα, σα να είναι είτε ένα οικείο πρόσωπο είτε ο ίδιος ο εαυτός μας. Το δεύτερο είναι η κατανόηση του τι είχε γίνει, πως αυτή η γυναίκα λειτουργούσε, πως τελικά τα κατάφερε, όπως λέει η παραγωγός του θεατρικού έργου.
Φεύγεις από τον κινηματογράφο προβληματισμένος. Αναζητείς την αλήθεια. Καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει μόνο μια διάσταση της πραγματικότητας. Φτιάχνεις την δική σου εκδοχή και σιγά σιγά τα καταλαβαίνεις όλα. Αυτό μπορεί να σου πάρει χρόνο είναι όμως μια διαδικασία ψυχοθεραπείας, όπως θα πρέπει να είναι η τέχνη. Η ταινία λειτουργεί και φεύγει από την απλή αναφορά, μπαίνει στον ψυχισμό του ανθρώπου και εκεί εξελίσσεται απρόβλεπτα, όμορφα και συνέχεια. Το opera aperta, το ανοιχτό έργο, ήταν πάντα η πιο παραγωγική μορφή της τέχνης.
Η ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΚΥΡΙΑ ΧΟΛ
(THE GREAT LILIAN HALL)
Σκηνοθεσία: Michael Cristofer
Σενάριο: Elisabeth Seldes Annacone
Φωτογραφία: Simon Dennis
Μοντάζ: Joseph Krings
Μουσική: Mac Quayle
Ήχος: Hugo Kundert, Chris Basta, Michael Phelan
Σκηνικά: Brad Burnham, Kaitlyn Wagner
Κοστούμια: Emilio Sosa
Παραγωγοί: Bruce Cohen, Jessica Fox-Thigpen, Marie Halliday, Steven Rogers, George Scarles, Scott Thigpen
Ηθοποιοί: Jessica Lange (Λίλιαν Χολ), Kathy Bates (Ίντιθ Γουίλσον, οικονόμος), Lily Rabe (Μάργκαρετ Τάνερ), Jesse Williams (Ντέιβιντ Φλέμινγκ), Pierce Brosnan (Τι Μέιναρντ), Michael Rose (Κάρσον), Cindy Hogan (Τζέιν Στόουν), Keith Arthur Bolden (Δρ. ΝτεΜάγιο)
Χώρες παραγωγής: ΗΠΑ
Έτος παραγωγής: 2024
Γλώσσα: αγγλικά
Χρώμα: έγχρωμη, ασπρόμαυρη
Είδος: τραγωδία, βιογραφία
Εταιρεία διανομής: Σπέντζος Film
Ημερομηνία εξόδου στις αίθουσες: 29 Μαΐου 2025
Διάρκεια: 110΄
Για περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά δείτε εδώ.
Διαβάστε τις κριτικές ταινιών που έχουμε δημοσιεύσει
Ιούν 08, 2025 0
Ιούν 07, 2025 0
Μάι 20, 2025 0
Μάι 16, 2025 0
Ιούν 09, 2025 0
Ιούν 05, 2025 0
Ιούν 04, 2025 0
Ιούν 09, 2017 138
Οκτ 12, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Νοέ 13, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Μαρ 08, 2014 2
Ιούν 09, 2025 0
Ιούν 08, 2025 0
Ιούν 08, 2025 0
Ιούν 07, 2025 0
Ιούν 05, 2025 0
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη