Αυγ 05, 2025 Κινηματογράφος 0
Οι άγριες μέρες μας: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Στον θερινό κινηματογράφο Cine Άλσος, στην Θεσσαλονίκη, στις Συκιές, είδαμε την ταινία «Οι άγριες μέρες μας», του Βασίλη Κεκάτου. Μετά από πέντε ταινίες μικρού μήκους, ένα επεισόδιο σε τηλεοπτική σειρά και ένα βίντεο φέρνει την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, παραγωγής 2025.
Στην πολυαναμενόμενη πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Βασίλης Κεκάτος λέει μια ιστορία νεανικής ορμής και επανάστασης, κινηματογραφεί ένα road movie ενηλικίωσης με όχημα το «μαζί». Με τη Δάφνη Πατακιά να ηγείται ενός αστραφτερού καστ και μερικούς guest-έκπληξη, αυτή είναι η ταινία του καλοκαιριού που φεύγει σιγά σιγά, μια ταινία που ανήκει σε ένα νέο στιλ κινηματογράφου.
Όταν η Χλόη μένει άστεγη, αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αθήνα και να ζήσει με τη μεγαλύτερη αδελφή της. Καθ’οδόν, συναντάει μια ομάδα νέων ανθρώπων που γυρίζουν την Ελλάδα με ένα τροχόσπιτο και βοηθούν ανθρώπους που ζουν στα όρια της φτώχειας. Η Χλόη γοητεύεται αμέσως από τα ιδανικά και τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής της ομάδας και γίνεται μέλος της. Το ταξίδι της Χλόης στον ξέφρενο δρόμο της επανάστασης την οδηγεί στο κατώφλι της πραγματικής ενηλικίωσης.
Η Χλόη είναι ένα κορίτσι που δεν της αρέσει να ζει σε αυτό που λέμε «κανονισμένη ζωή», ειδικά όταν αυτή έχει σχεδιασθεί και επιβληθεί από άλλους που, εδώ, είναι η οικογένειά της. Κλέβει και πουλά αντικείμενα ομορφιάς. Όμως όταν γίνεται γνωστό στην οικογένειά της αυτή η δραστηριότητά της, τότε αποκαλύπτεται όλος ο κόσμος που της περιβάλλει. Η αδελφή και ο αδελφός της -ο μπάτσος- εξασκούν βία για να την επαναφέρουν στην «τάξη». Η μάνα είναι ουδέτερη, ανέχεται αυτές τις συμπεριφορές. Το κορίτσι είναι με την πλάτη στον τοίχο και η μόνη της επιλογή είναι η φυγή. Να πάει να βρει την άλλη αδελφή της στον Έβρο.
Με ένα ποδήλατο φεύγει. Ένας νεαρός της προσφέρει ένα γεύμα. Δεν απαιτεί τίποτε. Έτσι φαίνεται στην αρχή, όμως τα φαινόμενα απατούν. Οι δύο βρίσκονται στο αυτοκίνητό του και αυτός «την πέφτει» στην Χλόη. Αυτή δεν θέλει, αντίθετα επιθυμεί να φύγει, προσφέρεται να την πάει στην πιο κοντινή πόλη. Στο βενζινάδικο την εγκλωβίζει στο κλειδωμένο αμάξι του. Μια παρέα παιδιών την σώζει.
Η Χλόη ζει σε έναν κόσμο όπου η βία και ο σχεδιασμός της ζωής από τους άλλους κυριαρχεί. Δεν υπάρχει σωτηρία. Ακόμα και η κολλητή της τής γυρνάει την πλάτη, την ρίχνει στα λεφτά. Αυτή η παρέα της φαίνεται πιο ανθρώπινη. Την ακολουθεί σε ένα τροχόσπιτο. Θα ανακαλύψει έναν μικρόκοσμο όπου μπορεί, επιτέλους, να ζήσει την ζωή της. Στην πορεία θα ανακαλύψει τα μυστικά του νέου τρόπου ζωής που έχει επιλέξει.
Αυτή η παρέα είναι οι σύγχρονοι Ρομπέν των Δασών, οι αλτρουιστές της δυτικής κοινωνίας. Όμως η βία και εδώ δεν εκλείπει. Δεν είναι μια ουτοπική κοινωνία χίπηδων, παιδιών της ειρήνης, αλλά μια ομάδα που θέλει να εκδικηθεί τα συλλογικά και ατομικά ανομήματα της κοινωνίας. Κλέβουν τα ενέχυρα και τα δίνουν στους κατόχους τους. Βιτρίνα τους είναι τα πλυντήρια που πλένουν και σιδερώνουν τα ρούχα κάποιων ομάδων που δεν έχουν αυτόν τον τρόπο. Με αυτό τον τρόπο γνωρίζουμε και άλλες ουτοπικές ή περιθωριακές κοινωνίες.
Ο Βασίλης Κεκάτος δεν κινηματογραφεί αυτούς τους «παρίες» σαν εξωτικές φιγούρες. Ο ρεαλισμός της κινηματογράφησης μας λέει ότι αυτοί είναι μέρος της κοινωνίας, λίγο ή πολύ αθέατο σε εμάς που έχουμε βολευτεί σε ένα συμβατικό τρόπο ζωής. Ένα κομμάτι της κοινωνίας που θα πρέπει να το εξαλείψουμε (;). Αυτό το βλέπουμε στην συμπεριφορά της δεύτερης αδελφής της που την διώχνει -και αυτή- με βίαιο τρόπο. Ο τρόπος ζωής αυτής της κοπέλας είναι μονόδρομος. Θέλει, μάλλον, να βρει τον έρωτα, αλλά αυτό είναι αδύνατον. Σε μια στιγμή που αρχίζει να ενηλικιώνεται τηλεφωνεί στην μάνα της, αλλά δεν της μιλά.
Βλέπουμε την μεταμόρφωσή της. Έχει γίνει πλέον γυναίκα. Η ενηλικίωσή της δεν έρχεται από την ερωτική πράξη που κάνει με αυτόν που κάνει κουμάντο στην ομάδα. Δεν μπορεί να τον εμπιστευτεί. Η επαφή της με άλλους ανθρώπους, περιθωριακούς, και, ιδίως, με μικρά παιδιά την οδηγούν στην αντίληψη της κοινωνικής δομής. Όμως για ποια κοινωνική δομή μιλάμε;
Ο Βασίλης Κεκάτος έχει βουτήξει βαθιά στην φόρμα. Η αφήγησή του εστιάζει και μένει σε ένα σύμπαν που είναι ένα μέρος της κοινωνίας, περιορισμένο και χωρίς επαφή με τα υπόλοιπα μέρη αυτής. Τον ενδιαφέρει μόνο αυτό το κοινωνικό σύνολο. Κινηματογραφεί αυτή την ουτοπική κοινότητα απλώς για να την δείξει και να φτιάξει την εικόνα της. Δεν θέλει να κάνει μια πρόταση, όπως έχουμε δει σε άλλες ταινίες, ελληνικές και ξένες, ούτε να δείξει το ουτοπικό σε σχέση με τον «κανονικό» τρόπο ζωής.
Αν θυμηθούμε ταινίες από τις ΗΠΑ που έδειχναν ουτοπικές κοινότητες, θρησκευτικές ή μη, θα δούμε ότι φαινόταν το ουτοπικό και το σύνορό του με το «κανονικό». Αν φέρουμε στην μνήμη μας ταινίες όπως του Νίκου Νικολαΐδη, «Γλυκιά συμμορία» κ.ά., αλλά και ταινίες που εικονογραφούν το περιθώριο της κοινωνίας, όπως του Τάκη Σπετσιώτη, «Μετέωρο και σκιά», ακόμα τον «Άγγελο», του Γιώργου Κατακουζηνού, την «Μπέτυ», του Δημήτρη Σταύρακα, ή, ακόμα, την ταινία ντοκιμαντέρ της Εύας Στεφανή, «Μέρες και νύχτες της Δήμητρας Κ.», σε όλες αυτές, όπως και σε άλλες, βλέπουμε αυτή την σύγκριση του περιθωρίου με το «κανονικό».
Στην ταινία του Βασίλη Κεκάτου βλέπουμε την εικονογραφία αυτής της ζωής που αρνείται τον τρόπο ζωής που ένα σύστημα την έχει επιβάλλει ως «κανονική». Αυτό που μας δείχνει, όμως, είναι τις νευρωσικές διαδικασίες της Χλόης που την πηγαίνουν στην υστερία, επιστρέφει και ξαναπηγαίνει εκεί. Έχει επιλέξει έναν άλλο τρόπο ζωής που ακολουθεί μια λογική. Η βία από αυτή την ομάδα στους τοκογλύφους και στο εσωτερικό της δεν είναι απούσα. Η θέση της Χλόης είναι να δεχτεί την βία και να αποδεχτεί την λιγότερο κακοποιητική. Η κακοποίηση υπάρχει. Ο Κεκάτος δεν βλέπει αισιόδοξα την ελληνική κοινωνία δυτικού τύπου.
Σε αυτό δεν έχει άδικο, όμως, εμείς, ως θεατές, τι θα έπρεπε να κάνουμε; Η Χλόη είναι ένα αναφερόμενο στην ελληνική κοινωνία; Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση είναι άγνωστη, στην δεύτερη είναι αρνητική εν μέρει. Αυτό που θέλει να μας πει είναι ότι αυτό το λεπτό όριο ανάμεσα στο «κανονικό» και στο περιθώριο είναι τόσο διαπερατό που ο καθένας εύκολα μπορεί να το διαβεί. Μετά το τι θα κάνει είναι άγνωστο, σύμφωνα με τις ψυχικές του δομές. Και αυτό είναι σωστό, είναι το θετικό σημείο της ταινίας.
ΟΙ ΑΓΡΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ
Σκηνοθεσία: Βασίλης Κεκάτος
Σενάριο: Βασίλης Κεκάτος
Φωτογραφία: Γιώργος Βαλσαμής
Μοντάζ: Λάμπης Χαραλαμπίδης
Μουσική: Κωστής Μαραβέγιας
Ήχος: Νίκος Δράκος, Valérie Le Docte, Βάλια Τσέρου
Καλλιτεχνική διεύθυνση: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Παραγωγοί: Edouard de Vésinne, Guillaume Dreyfus, Julie Esparbes, Βασίλης Κεκάτος, Κωνσταντίνος Μωριάτης, Ελένη Κοσσυφίδου, Delphine Schmit, Jamila Wenske
Ηθοποιοί: Emmanuel Elozieuwa (Κοσμάς), Ιόκο Ιωάννης Κωτίδης (Λουκάς), Δάφνη Πατακιά (Χλόη), Εύα Σαμιώτη (Σοφία), Πόπη Σεμερλιόγλου (Σίσυ), Ναταλία Σουήφτ (Άννα), Μιχάλης Ταμπακάκης (Λάκης), Σταύρος Τσουμάνης (Πιότρ), Νικολάκης Ζεγκίνογλου (Άρης)
Χώρα παραγωγής: Ελλάδα, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία
Γλώσσα: ελληνικά
Έτος παραγωγής: 2025
Χρώμα: έγχρωμη
Είδος: τραγωδία, ταινία δρόμου, περιπλάνηση
Διάρκεια: 90΄
Εταιρεία διανομής: Cinobo
Ημερομηνία εξόδου στις αίθουσες: 12/6/2025
Για περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τεχνικά χαρακτηριστικά δείτε εδώ.
Διαβάστε τις κριτικές ταινιών που έχουμε δημοσιεύσει
Αυγ 05, 2025 0
Αυγ 03, 2025 0
Αυγ 01, 2025 0
Ιούλ 29, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Ιούλ 24, 2025 0
Ιούν 09, 2017 138
Οκτ 12, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Νοέ 13, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Μαρ 08, 2014 2
Αυγ 05, 2025 0
Αυγ 05, 2025 0
Αυγ 05, 2025 0
Αυγ 03, 2025 0
Αυγ 03, 2025 0
Αυγ 01, 2025 0
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη