Αυγ 22, 2017 Κινηματογράφος 0
του Γιάννη Φραγκούλη
Από τις 17/8/2017 στις κινηματογραφικές αίθουσες. Μετά από την ανάγνωση αυτής της κριτικής μπορείτε να διαβάσετε τις κριτικές άλλων κριτικών κινηματογράφου που παρατίθενται στη συνέχειά της.
Ο Μπέιμπι είναι νέος που αναμιγνύει τη ζωή του. Καταγράφει συνομιλίες που γίνονται γύρω του, χωρίς αναγκαστικά να συμμετάσχει ο ίδιος σε αυτές, σε παλιό μαγνητοφωνάκι με κασέτες και κάνει ένα μιξάζ με τραγούδια sε μία κονσόλα, με την οποία μπορεί να δώσει το ρυθμό που θέλει. Το πρώτο που βλέπουμε να δημιουργεί είναι το «Was He Slow», με βάση μία κουβέντα για τον ίδιο, πιο συγκεκριμένα για την πνευματική του ικανότητα. Αυτό που θέλει να κάνει είναι να βάλει τον κόσμο μέσα στη μουσική, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος αυτής της ταινίας κάνει ένα μίγμα των ειδών του κινηματογράφου και της μουσικής που τον έχουν επηρεάσει, στο χαρούμενο, άγριο, φανταστικό αλλά και διασκεδαστικό «Baby driver».
O Edgar Wright φαίνεται να μας ρωτά αν θυμόμαστε μία ταινία, με βάση μία φράση που ακούγεται, ένα γύρισμα του ρυθμού, μία μουσική ή ένα ρομαντικό φιλί, κάτι σαν ένα κουίζ. Στην πραγματικότητα, σε αυτή την ταινία θα βρούμε τη μοντέρνα αφήγηση, όπου η αυτοεκτίμηση είναι το κυρίαρχο μοτίβο, την ποπ κουλτούρα, όπως και την κινηματογράφηση των παλιομοδίτικων ταινιών, όλα αυτά συγχρόνως σε ένα μπλέντερ.
Αυτό το όνομα, Μπέιμπι, το δίνει όταν το ρωτούν πως λέγεται, όμως, τον περισσότερο χρόνο τον αγνοούν. Είναι σιωπηλός και οδηγεί το αυτοκίνητο για να διαφύγει η σπείρα ληστειών, στην οποία ηγείται ο Ντοκ. Αυτός οργανώνει τα εγκλήματα, κρύβει τρεις εγκληματίες και τους σπρώχνει στο αυτοκίνητο του Μπέιμπι. Αυτός ο τελευταίος, μπορεί να οδηγήσει, αλλά χρειάζεται και τη μουσική. Μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα που του δημιούργησε σοβαρό πρόβλημα στο αυτί, πολλές ώρες της ημέρας τα ακουστικά είναι κολλημένα στα αυτιά του όπου ηχεί ο ρυθμός. Κάποιες φορές ο κόσμος φαίνεται να ανταποκρίνεται με τις επιλογές του, άλλες φορές οι επιλογές του επηρεάζουν τους άλλους γύρω του, πάντως, η μουσική είναι το βασικό στοιχείο της επιτυχίας του Μπέιμπι, πολύ περισσότερο απ’ότι στο «La la land».
Ας πάρουμε την πρώτη σκηνή. Τρεις κακοποιοί, ο Μπάντι, η Ντάρλινγκ και ο Γκρίφ, βγαίνουν από ένα αμάξι για να ληστέψουν μία τράπεζα. Την ίδια στιγμή στα αυτιά του Μπέιμπι ηχεί το «Bellibottoms», του Jon Spencer Blues Explosion. Από αυτή τη στιγμή και μετά οτιδήποτε στην ταινία, ότι έχει να κάνει με το ρυθμό και τη μουσική, το κλείσιμο των πορτών, μετά τη ληστεία, το τρίξιμο των λάστιχων, είναι ότι καλύτερο έχουμε δει εδώ και χρόνια, όσον αφορά στην κίνηση των αυτοκινήτων, με φρενήρη ρυθμό, μέσα στην πόλη, μέσα σε μία καταδίωξη. Πόσες φορές έχουμε δει τη συγχρονία της μουσικής και της κίνησης; Αυτό που κάνει ο σκηνοθέτης είναι να ταιριάξει τόσο πολύ τον καθημερινό ρυθμό με τη μουσική που, όλο αυτό να φαίνεται σαν ένα βιντεοκλίπ που είτε θέλουν είτε όχι όλοι θα παίξουν στη μουσική του Μπέιμπι. Έτσι οι ήχοι της ταινίας συγχρονίζονται με τη μουσική της, αυτό σου δίνει την αίσθηση του νοήματος τόσο που αυτό επανέρχεται ασυνείδητα σε εσένα, δίνοντας συνοχή στην ταινία.
Παρόλα αυτά δεν έχουμε μία μουσική ταινία, ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφέρεται μόνο για τη μορφή, δίνει τόσες σκηνές δράσης που σε συναρπάζουν, χωρίς να έχουν ανάγκη τη μουσική. Η μεγαλύτερη απόλαυση της ταινίας είναι η οπτική γραμμή, βλέπουμε και δεν έχουμε ανάγκη τους διαλόγους. Το αυτοκίνητο κινείται όπως στα βιντεοπαιχνίδια, όλα γίνονται με υψηλό ρυθμό και όλα σταματούν απότομα για να μπούμε ξανά στον κανονικό ρυθμό της ζωής. Ξέρουμε όλοι τι γίνεται σε ταινίες που αναφέρονται στο έγκλημα, εδώ όμως η συνάντηση του Μπέιμπι με την όμορφη σερβιτόρα, την Ντέμπορα, του δίνει ένα λόγο να ενταχτεί σε αυτόν τον κόσμο. Μόνο αυτό χρειάζεται να ξέρουμε. Είναι ο μίτος που θα τραβήξει όλη την υπόλοιπη αφήγηση.
Η φόρμα της ταινίας έχει τις ρίζες της στα παλιά έργα του Χόλιγουντ, όταν η τέχνη της καταδίωξης είχε να κάνει με τις γραμμές, τα χορευτικά σχήματα, τις φωτοσκιάσεις και τις αντιθέσεις του σκοτεινού και του φωτεινού. Ο Wright δεν υποτιμά τις λεπτομέρειες, τις προσέχει τόσο που τα κάδρα του είναι εικαστικά σε κίνηση, διαλέγει τους ηθοποιούς του έτσι ώστε να υπάρχει μία χημεία μεταξύ τους, αυτό το ταίριασμα θα φανεί στο τελικό προϊόν. Όλα θα πρέπει να δουλεύουν τέλεια για να έχουμε την επιβίωση σα δεδομένη, τη νίκη των μεν σαν το φινάλε ενός χορευτή, το νόημα να βγαίνει μέσα από τη φόρμα, το ένα να έχει ανάγκη το άλλο για να υπάρξει, για να μπορέσει να σταθεί η ταινία.
Η ισορροπία που υπάρχει δεν μπορεί να διαταραχθεί παρά μόνο αν αφαιρεθούν κάποια κομμάτια, η δουλειά του σκηνοθέτη καθορίζει το μοντάζ, είναι εγκεφαλική, η κίνηση νοηματοδοτεί και δεν επαναλαμβάνεται μέχρι να γίνει βαρετή, να χαθεί ο ρυθμός, αυτός ο εσωτερικός ρυθμός που δεν υπάρχει σε πολλές χολιγουντιανές ταινίες τέτοιου τύπου. Η δουλειά του Wright κρατά αποστάσεις από τις συνήθεις δουλειές του Χόλιγουντ. Επαναφέρει τον παλιό κινηματογράφο σε ένα μοντέρνο καμβά, σε ένα νέο περιεχόμενο. Μας δίνει να καταλάβουμε ότι το νόημα χωρίς τη μορφή δεν μπορεί να υπάρξει και το αντίστροφο. Αν αυτό, όμως, γίνει, τότε δε θα έχουμε ανάγκη τα πολλά λόγια, αλλά τα ακριβή κοψίματα, το πάγωμα των σκηνών όταν πρέπει, το κοντινό πλάνο όταν γράφει συμπεριφορές και σκέψεις, τις έξυπνες αλλαγές για να υπάρξει νοηματοδότηση. Έχουμε, λοιπόν, μία σύγχρονη παλιά ταινία!
Παρότι όμως τεχνικά ο Βρετανός σκηνοθέτης δείχνει να βρίσκεται στην καλύτερη περίοδο της καριέρας του, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για το σεναριακό του οίστρο. Το χιούμορ του έχει χάσει την αιχμηρότητά του, οι ευκολίες γεμίζουν το ρεζερβουάρ της αφήγησης όπου αυτό χρειάζεται, ενώ οι πρωταγωνιστές –που κάποτε ήταν γεμάτοι ατζαμοσύνη αλλά και ανθρωπιά– εδώ μοιάζουν άδειοι, με την επιλογή του Άνσελ Έλγκορτ να χωράει πολλή συζήτηση… Αν και στο «Baby Driver» μεγαλύτερη σημασία έχει η μουσική παρά τα λόγια… Περισσότερα
Το γαλβανισμένο «Baby Driver» είναι ένα ευτυχές παράγωγο πολλών αγαπημένων θεμάτων του σινεμά του Ταραντίνο και με λίγη φαντασία η αμερικανική ταινία που δεν έκανε ποτέ ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Χάρμα!.. Περισσότερα
Και φυσικά τα εύσημα ανήκουν απόλυτα στον Εντγκαρ Ράιτ που σκηνοθετεί με απόλυτη σιγουριά και βεβαιότητα, ξέροντας απόλυτα τι θέλει να κάνει, έχοντας στο μυαλό του ταινίες που αγαπά από το «The Driver» του Γουόλτερ Χιλ έως την δική του «αγία τριάδα» των heist movies των 90’ς (το «Heat», το «Point Break» και το «Reservoir Dogs»), αλλά ακόμη και το «Μπαμπούλας Α.Ε.», μα φτιάχνοντας στην πορεία ένα κινηματογραφικό mash up που έχει απόλυτο λόγο ύπαρξης και που αξίζει με το παραπάνω τον χρόνο και το χρήμα που θα ξοδέψετε για να οδηγήσετε μέχρι έναν κινηματογράφο που το προβάλλει… Περισσότερα
Είναι ένας “σύγχρονος παλιομοδίτης”. Χρησιμοποιεί στο έπακρο την τεχνολογία, αλλά οι ταινίες του έχουν μια ευαισθησία που συναντάς μόνο -σχεδόν- σε παλιές ταινίες. Το Baby Driver έχει μια «αύρα» ταινίας, στην οποία όλα δουλεύουν ρολόι. Δεν απαιτεί την προσοχή σου, αλλά την κερδίζει από την πρώτη στιγμή… Περισσότερα
Μόνο προς το τέλος η ταινία φαίνεται να υστερεί κάπως σεναριακά, κάποιοι χαρακτήρες δεν αναπτύσσονται πλήρως ώστε να δικαιολογούν τις πράξεις τους, και χάνει κάπως τη φρεσκάδα της, χωρίς να δημιουργεί έναν εντυπωσιακό επίλογο. Το αποτέλεσμα όμως παραμένει στο σύνολό του ιδιαίτερα διασκεδαστικό και πολύ ευχάριστο… Περισσότερα
Αυτή που βρίσκεται όμως στην καρδιά της ταινίας δεν είναι άλλη από τη μουσική. Και σε αυτό το κομμάτι ο Ράιτ κάνει θαύματα, τόσο με την επιλογή των τραγουδιών, όσο και με τον τρόπο που τα εντάσσει στην πλοκή της ταινίας, αποδεικνύοντας ότι ο Ράιτ είναι ένας σκηνοθέτης με εξαιρετική γνώση κινηματογραφικής ιστορίας και κινηματογραφικού ρυθμού… Περισσότερα
Τα πάντα κινούνται γύρω από αυτή τη συνθήκη που προσφέρει στο θεατή την ευκαιρία να απολαύσει ένα από τα πιο δυνατά σάουντρακ των τελευταίων ετών (Damned, Foundations, Commodores, T.Rex, Simon & Garfunkel, Queen με το «Brighton rock» να είναι το αγαπημένο κομμάτι του ήρωα) και μαζί μια διασκεδαστική ταινία που είναι ο ορισμός της καθαρόαιμης ψυχαγωγίας, δια χειρός ενός δημιουργού που απεχθάνεται στη σοβαροφάνεια όσο τίποτε άλλο… Περισσότερα
Όσο για τον ομώνυμο ήρωα της ταινίας, έχει ήδη γίνει ο καλύτερος φίλος του Φέρις Μπιούλερ, του Τζόελ (από το «Risky Business») και του Άλεξ (από το «Κουρδιστό Πορτοκάλι»). Δηλαδή, ήρθε για να διδάξει σε μια ολόκληρη γενιά τις δικές του τακτικές στον αμοραλισμό και την εφηβική επαναστατικότητα. Σε συμβουλεύω να τον ακολουθήσεις σε αυτό το «πατημένο» στο γκάζι κινηματογραφικό joyride. Χωρίς να φορέσεις ζώνη ασφαλείας. Έτσι. Για την αλητεία… Περισσότερα
BABY DRIVER
Σκηνοθεσία: Edgar Wright
Σενάριο: Edgar Wright
Φωτογραφία: Bill Pope
Μοντάζ: Jonathan Amos, Paul Machliss
Μουσική: Steven Price
Παραγωγοί: Tim Bevan, Eric Fellner, Nira Park
Παίζουν: Ansel Elgort (Μπέιμπι), Jon Bernthal (Γκρίφ), Jon Hamm (Μπάντι), Eiza González (Ντάρλινγκ), Micah Howard (Μπαρίστα), Lily James (Ντέμπορα), Kevin Spacey (Ντοκ), CJ Jones (Τζόζεφ), Sky Ferreira (μητέρα του Μπέιμπι), Lance Palmer (πατέρας του Μπέιμπι)
Χώρα παραγωγής: ΗΠΑ, Αγγλία
Έτος παραγωγής: 2017
Γλώσσα: αγγλικά
Διάρκεια: 112΄
Είδος: δράση, έγκλημα, μουσική
Ημερομηνία εξόδου: 17/8/2017
Εταιρεία διανομής: Feelgood.
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά: διαβάστε εδώ.
Για να βρείτε που παίζεται η ταινία πηγαίνετε εδώ.
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη
Δ | Τ | Τ | Π | Π | Σ | Κ |
---|---|---|---|---|---|---|
1 | ||||||
2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 |
9 | 10 | 11 | 12 | 13 | 14 | 15 |
16 | 17 | 18 | 19 | 20 | 21 | 22 |
23 | 24 | 25 | 26 | 27 | 28 | 29 |
30 | 31 |