Αυγ 01, 2025 Κινηματογράφος 0
Αυτοί που έμειναν ζωντανοί: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Μετά το «Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη», που έχει παραχθεί στις αρχές της σχολής του ιταλικού νεορεαλισμού, και γνώρισε διεθνή επιτυχία, ο Ροσελίνι, ένα χρόνο αργότερα, θα γυρίσει τη δεύτερη ταινία της «τριλογίας του πολέμου», την «Αυτοί που έμειναν ζωντανοί» («Paisà»), μια σπονδυλωτή ταινία που αποτελείται από έξι διαφορετικά επεισόδια, σε έξι διαφορετικές περιοχές της Ιταλίας αμέσως μετά την απελευθέρωση. Συνεχίζοντας πάνω στην προβληματική της άμεσης καταγραφής του κατεστραμμένου μεταπολεμικού τοπίου της Ιταλίας, σε πραγματικούς χώρους και με ερασιτέχνες ηθοποιούς, η ταινία καταγράφει την μάχη των παρτιζάνων ενάντια στους Γερμανούς για την κατάληψη της Φλωρεντίας, αλλά και μια σειρά επεισόδια που αναδεικνύουν την ανατροπή των κοινωνικών συμβάσεων στις συνθήκες του πολέμου.
Την σκηνοθεσία της ταινίας υπογράφει ο Ρομπέρτο Ροσελίνι, το σενάριο είναι γραμμένο από το Σέρτζιο Αμιντέι, τον Φεντερίκο Φελλίνι, τον Κλάους Μάνν, τον Μαρσέλο Παγκλιέρο, τον Άλφρεντ Χέις, σε συνεργασία με τον Ροντ Γκάιγκερ, μια αφήγηση που έχει γραφτεί από τον Βάσκο Πρατολίνι. Η Ιταλία μόλις έχει βγει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν είναι πλέον σύμμαχος της Γερμανίας, είναι ένα σημείο απόβασης των συμμαχικών δυνάμεων εναντίον των Γερμανών, στην προσπάθειά τους να νικήσουν του Γερμανούς και να εισβάλλουν στην Γερμανία, έτσι ώστε να τελειώσει ο πόλεμος.
Οι καταστροφές είναι μεγάλες. Οι πόλεις καταστρέφονται από τις αεροπορικές καταδρομές και από τους Γερμανούς που υποχωρούν. Ο Μουσολίνι έχει χάσει την εξουσία και τα ιταλικό αντάρτικο σώμα κερδίζει έδαφος, πολεμά μόνο του, στην αρχή, μετά σε συμμαχία με τις δυνάμεις εναντίον των ναζί. Από την Σικελία μέχρι την Φλωρεντία, από τον νότο μέχρι τον βορά, όλη η χώρα είναι σε πόλεμο, βλέπει τις πληγές της και προσπαθεί να τις επουλώσει και να ορθοποδήσει. Τα κινηματογραφικά στούντιο της Cinecitta έχουν σχεδόν καταστραφεί, όπως και άλλες βιομηχανικές δομές.
Με ό,τι έχει μείνει οι Ιταλοί κινηματογραφιστές κάνουν ταινίες. Χωρίς πολλές υποδομές, με φιλμ που έχον βρει, χωρίς επαγγελματίες ηθοποιούς, με δύναμη που εδράζει στην θέλησή τους να κάνουν ταινίες, δημιουργούν τις πρώτες ταινίες αυτής της σχολής που θα ονομασθεί ιταλικός νεορεαλισμός. Δύο σκηνοθέτες θα «εγκαινιάσουν» αυτή την σχολή. Ο ένας είναι ο Luchino Visconti, απόγονος ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας και μέλος του ΚΚΙ, και ο Roberto Rossellini. Ο πρώτος θα κάνει τους «Διαβολικούς εραστές» («Ossessione»), την πρώτη του ταινία, και ο δεύτερος το «L’uomo dalla croce», την ένατη ταινία του, μετά από έξι ταινίες μικρού μήκους και δύο μεγάλου που, όμως δεν μπορούν να καταλογιστούν στην σχολή του ιταλικού νεορεαλισμού. Η αυλαία αυτής της κινηματογραφικής σχολής ανοίγει από αυτούς του δύο σκηνοθέτες.
Αν προσέξουμε καλύτερα θα δούμε ότι αυτές οι ταινίες είναι μι συλλογική δουλειά. Το κυριότερο είναι ότι συνεργάστηκαν αρκετοί κινηματογραφιστές για να γίνουν. Όλοι είχαν πάθος για τον κινηματογράφο και ο τρόπος αντίστασής τους ήταν να κάνουν ταινίες. Το πιο σημαντικό ήταν ότι έκαναν μια επανεκκίνηση του ιταλικού κινηματογράφου που μας έδωσε τις διαφορετικά παρακλάδια του ιταλικού νεορεαλισμού, τα οποία δημιούργησαν άλλες, εξίσου σημαντικές σχολές: η ανάλυση των χαρακτήρων (Rossellini), το πάντρεμα της ανάλυσης των χαρακτήρων και της κοινωνικής πραγματικότητας (Visconti) και την βαθιά ανάλυση της κοινωνικής πραγματικότητας (de Sica). Το κοινό χαρακτηριστικό ήταν ότι αυτές οι παραγωγές έγιναν με την συνεργασία των κινηματογραφιστών, με όσα υλικά μπορούσαν να βρουν και με ερασιτέχνες ηθοποιούς. Κάπως έτσι, πολύ συνοπτικά, ορίζεται ο ιταλικός νεορεαλισμός.
Σε αυτή την ταινία μπορούμε να δούμε αυτά τα χαρακτηριστικά. Με μια πρώτη ματιά, το ύφος της ταινίας είναι κάπου ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και την μυθοπλασία. Καταγράφει με απόλυτη ακρίβεια την πραγματικότητα, αλλά ο Rossellini εστιάζει περισσότερο στα πρόσωπα των ηθοποιών, προσπαθώντας να καταγράψει τις συμπεριφορές τους. Είναι αυτονόητο ότι έχει προηγηθεί η ανάλυση των χαρακτήρων, κάτι που θα βρούμε στις ταινίες του Carl Dryer και του γαλλικού Νέου Κύματος, αργότερα.
Αυτό που διαφοροποιεί τον Rossellini από τον Visconti είναι ότι ο πρώτος ενδιαφέρεται περισσότερο για την διαχρονικότητα των χαρακτήρων και πως αυτοί μπορούν να αλλάξουν τον ρου της κοινωνίας. Βλέπουμε, σε αυτή την ταινία, το ιταλικό τοπίο και τους Ιταλούς πως μεταβαίνουν από την καταστροφή στην αναδόμηση του κράτους, πως οι Αμερικάνοι, κυρίως, συμπεριφέρονται στον βασανισμένο λαό, πόσο ελάχιστες είναι οι διαφορές Γερμανών και Αμερικάνων. Εισβολείς οι μεν, εισβολείς και οι δε. Παρατηρούμε όμως ότι στον πόλεμο η μοίρα τους είναι κοινή.
Αν δούμε τις σκηνές στην Σικελία, εκεί οι Αμερικάνοι είναι εισβολείς και συμπεριφέρονται επιθετικά γιατί δεν έχουν εμπιστοσύνη στους Ιταλούς, φοβούνται για παγίδες που μπορούν οι Ιταλοί να τους στήσουν, είναι θέμα επιβίωσης στον πόλεμο. Στην Ρώμη είναι πιο άνετοι, πιο ανθρώπινοι, έρχεται ο έρωτας. Στην Φλωρεντία πολεμούν μαζί με τους Αμερικάνους, χωρίς πολλά εφόδια, αντιμετωπίζουν έναν καλά οργανωμένο στρατό της Γερμανίας. Αυτή είναι η διαχρονία του τέλους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Rossellini την καταγράφει αριστουργηματικά.
Η ταινία ξεκινά χωρίς ιδιαίτερο ρυθμό. Αυτό είναι λογικό επειδή θα πρέπει να καταγράψει τους χαρακτήρες του και να θεμελιώσει την αφήγηση. Στην Ρώμη ο ρυθμός είναι πολύ διαφορετικός από την Σικελία. Εκεί η ζωή είναι πιο έντονη, υπάρχει ο χρόνος να φανούν τα συναισθήματα, όπως στον έρωτα του Αμερικάνου για μια Ιταλίδα, που θα την ξεχάσει γρήγορα, στην επαφή του νέγρου στρατιωτικού αστυνομικού με ένα μικρό παιδί, στην προσπάθειά του να επιβάλλει τον νόμο είναι αυστηρός, χάνει όμως την πίστη του σε αυτή την προσπάθεια όταν βλέπει την αθλιότητα στην οποία ζουν οι Ιταλοί, κάτι που κρύβεται πίσω από την βιτρίνα της αναγεννημένης Ιταλίας.
Το πιο σημαντικό κομμάτι είναι οι σκηνές της Φλωρεντίας. Εκεί συγκρούονται τρεις διαφορετικοί κόσμοι. Οι Ιταλοί που προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους, να ζήσουν και να βρουν τους αγαπημένους τους που είναι στην γερμανοκρατούμενη ακόμα Ιταλία. Οι αντάρτες Ιταλοί που έχουν απέναντί τους του Γερμανούς και τους Ιταλούς φασίστες. Οι Αμερικάνοι που πολεμούν τους Γερμανούς με τα ελάχιστα μέσα που διαθέτουν. Οι Γερμανοί που αντιστέκονται στην επαρχία, γύρω από την Φλωρεντία, και δεν έχουν χάσει ακόμα την πίστη τους στα ναζιστικά ιδεώδη. «Θέλουμε να φτιάξουμε έναν πολιτισμό που θα υπάρχει για χιλιάδες χρόνια, όμως, για να γίνει αυτό, θα πρέπει να πεθάνει οτιδήποτε είναι παλιό», λέει ένας Γερμανός σε έναν Αμερικάνο, μετά από μια συζήτηση για τις χώρες τους και λίγο πριν τους δέσουν τα χέρια και τα πόδια και τους πετάξουν στην θάλασσα για να πνιγούν.
Ας δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στην σκηνή στο μοναστήρι των Φραγκεσκιανών μοναχών. Εδώ συγκρούονται δύο διαφορετικοί κόσμοι. Σε αυτό φτάνουν τρεις στρατιωτικοί ιερείς που υπηρετούν στον αμερικάνικο στρατό και ζητούν φιλοξενία. Τους δίδεται πλουσιοπάροχη, αν και οι μοναχοί ήταν αρκετά φτωχοί. Όταν αποκαλύπτει ο καθολικός στρατιωτικός ιερέας ότι οι άλλοι συνάδελφοί του είναι προτεστάντης και εβραίος, τότε το ιδεολογικό πεδίο αλλάζει. Οι μοναχοί του λένε γιατί δεν προσπάθησε, ως καθολικός, να σώσει την ψυχή των άλλων δύο. Αυτός απαντάει ότι σέβεται τους φίλους του και τα ιδεώδη τους. Βλέπουμε ότι ο ολοκληρωτισμός υπάρχει, με την ίδια ιδεολογική ένταση, παρά την στρατιωτική του ήττα, αυτή τη φορά στο πεδίο που βρίσκεται στην ανατροφοδότηση της συνείδησης του ανθρώπου. Άρα ο ολοκληρωτισμός δεν μπορεί να πεθάνει αν δεν τον σκοτώσουμε μέσα μας, ένα προφητικό και σημαντικό σχόλιο του Rossellini.
Έτσι τελειώνει η ταινία. Λίγο απότομα, θα λέγαμε, αλλά αυτό είναι αναγκαίο για να καταφέρει ο θεατής να κατασκευάσει την δική του πραγματικότητα, με πρώτες ύλες τις αφηγήσεις της ταινίας. Τι σημαίνει για εσένα ο πόλεμος; Ποιοι είναι αυτοί που είναι πιο καλοί; Τι σημαίνει «καλός» σε αυτές τις περιστάσεις; Ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο; Πως ο άνθρωπος αντιδρά σε αυτές τις συνθήκες και γιατί; Ερωτήσεις που, επίτηδες, ο Rossellini δεν δίνει απάντηση, το αφήνει στους θεατές που θα προεκτείνουν το φιλμικό κείμενο. Με αυτή την έννοια, η ταινία 80 και πλέον χρόνια παραμένει ζωντανή και επίκαιρη. Για αυτό αξίζει να την ξαναδείτε.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΜΕΙΝΑΝ ΖΩΝΤΑΝΟΙ
(PAISÀ)
Σκηνοθεσία: Roberto Rossellini
Σενάριο: Sergio Amidei (αφήγηση και σενάριο), Federico Fellini (αφήγηση και σενάριο), Klaus Mann (αφήγηση), Marcello Pagliero (αφήγηση), Alfred Hayes (αφήγηση), Roberto Rossellini (σενάριο και διάλογοι), Rod E. Geiger (σενάριο), Vasco Pratolini (αφήγηση)
Φωτογραφία: Otello Martelli
Μοντάζ: Eraldo Da Roma
Μουσική: Renzo Rossellini
Ήχος: Ovidio Del Grande, Valerio Secondini
Παραγωγοί: Mario Conti, Rod E. Geiger, Roberto Rossellini
Ηθοποιοί: Carmela Sazio (Καρμέλα), Robert Van Loon (Τζο, Αμερικάνος στρατιώτης), Benjamin Emanuel (Αμερικάνος στρατιώτης), Raymond Campbell (Αμερικάνος στρατιώτης), Harold Wagner (Χάρι, Γερμανός στρατιώτης), Albert Heinze (Γερμανός στρατιώτης), Merlin Berth (Μερλίν, Αμερικάνος στρατιώτης), Mats Carlson (Σουέντ, Αμερικάνος στρατιώτης)
Χώρα παραγωγής: Ιταλία
Γλώσσα: ιταλικά, αγγλικά, γερμανικά, σικελικά, λατινικά
Έτος παραγωγής: 1946
Είδος: τραγωδία, πολεμική
Χρώμα: ασπρόμαυρη
Διάρκεια: 126΄
Εταιρεία διανομής: New Star (επανέκδοση)
Ημερομηνία εξόδου στις αίθουσες: 7/8/2025
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά δείτε εδώ.
Διαβάστε τις κριτικές κινηματογράφου που έχουμε δημοσιεύσει
Ιούλ 29, 2025 0
Ιούλ 21, 2025 0
Ιούλ 07, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Ιούλ 24, 2025 0
Ιούν 09, 2017 138
Οκτ 12, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Νοέ 13, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Μαρ 08, 2014 2
Αυγ 03, 2025 0
Αυγ 01, 2025 0
Ιούλ 29, 2025 0
Ιούλ 29, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Ιούλ 27, 2025 0
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη